«Κρυφές πτυχές του Μακεδονικού» είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου του δημοσιογράφου Σταύρου Τζίμα που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις μέρες από τις εκδόσεις «Επίκεντρο» – Από τη συνάντηση της Αχρίδας, όπου Μιλόσεβιτς και Γκλιγκόρωφ συμφώνησαν στη δημιουργία του κράτους των Σκοπίων έως τις μέρες που η διαμάχη με τη Σόφια για τον διαφιλονικούμενο ήρωα τους τορπιλίζει την ευρωπαϊκή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας
«Οι χαρακιές στο κορμί της περιοχής είναι ακόμα εμφανείς», γράφει μεταξύ άλλων ο συγγραφέας στις 495 σελίδες του βιβλίου το οποίο παρουσιάζεται διαδικτυακά το βράδυ της Τρίτης 14 Δεκεμβρίου (με κεντρικό ομιλητή τον διευθυντή της “Καθημερινής” Αλέξη Παπαχελά), και είναι και ένα καλό εγχειρίδιο, μοναδικό μέχρι στιγμής στην ελληνική βιβλιογραφία για το καυτό αυτό εθνικό θέμα για το οποίο ξοδέψαμε επί τριάντα χρόνια διπλωματικό και όχι μόνο κεφάλαιο.
Στο βιβλίο του, που θυμίζει ένα δημοσιογραφικό οδοιπορικό που διαρκεί τρεις δεκαετίες, ο Σταύρος Τζίμας, που βρέθηκε επανειλημμένα στα πεδία που γράφηκε η ιστορία, κάνει μια «βουτιά» στο παρελθόν. “Βουτιά” που έχει αφετηρία τη μυστική συνάντηση Μιλόσεβιτς – Γκλιγκόρωφ στην Αχρίδα, όπου ο Σέρβος ηγέτης έδωσε το πράσινο φως για την αναίμακτη απόσχιση, και κατάληξη την διαμάχη, τούτη την εποχή, των Σκοπίων με τη Βουλγαρία.
Με γλαφυρό τρόπο και γλώσσα που ρέει ξεκούραστα, παρακολουθεί τα γεγονότα από κοντά καθώς πηγαινοερχόταν στην περιοχή και συνομιλούσε με πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας αλλά και απλούς ανθρώπους. Περιγράφει το τι έγινε μπροστά και πίσω από τον «μπερντέ», με βάση τις μαρτυρίες εμπλεκομένων, αλλά και το τι είδε και πληροφορήθηκε ο ίδιος. Είναι ένα μακρύ ρεπορτάζ για την «κρυφή ιστορία του Μακεδονικού».
Ξεκινάει από τον «μυστικό δείπνο» στην Αχρίδα, διατρέχει τις εξελίξεις γύρω από το ελληνικό εμπάργκο στο οποίο όχι λίγοι δικοί μας πλούτισαν στο όνομα του πατριωτισμού, την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 και την συσχέτισή της με την αποπειρα δολοφονίας του Γκλιγκόρωφ.
Τη συνάντηση Χόλμπρουκ – Ανδρέα Παπανδρέου στη βίλα της Εκάλης όπου όπως καταθέτει ο Γκλιγκόρωφ ότι του είπε ο Χόλμπρουκ για τον Ανδρέα «ξαφνικά εκεί που μιλούσε τον έπαιρνε ο ύπνος και αφου τον ξυπνούσε η νεαρή σύζυγός του, έπρεπε να ξεκινήσουμε πάλι την κουβέντα από την αρχή».
Ο συγγραφές αναφέρεται στις χαμένες ευκαιρίες για συμβιβασμό, με κορυφαία εκείνη με το πακέτο Πινέιρο, παραθέτει μια δυνατή συνέντευξη με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στην οποία περνάει γενιές δεκατέσσερις τον Αντώνη Σαμαρά, φωτίζει τον ρόλο του Γρυλλάκη και άλλων παραγόντων στο παρασκήνιο, για εξεύρεση λύσης, παραθέτει την εκδοχή του Γκλιγκόρωφ για την απόπειρα δωροδοκίας του από τους Έλληνες.
Περιγράφει την χειρότερη περίοδο της διαμάχης κατά την διακυβέρνηση Γκρούεφσκι, τον δρόμο προς τη Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία παραθέτει αυτούσια, την επώδυνη διαδικασία κύρωσής της στα Σκόπια και την Αθήνα, τον αντίκτυπό της στο πολιτικό σκηνικά και στις δυο χώρες.
Ο συγγραφέας παρακολουθεί την ιστορική διαδρομή της διένεξης της Βουλγαρίας με την Μακεδονία που αναζωπυρώθηκε αίφνης, μετά τη συμφωνία των Πρεσπών και, είχε ως αποτελεσμα η Σόφια να μπλοκάρει την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση της Βόρειας Μακεδονίας που παραμένει έως τώρα.
Καταγράφει ιστορίες διενέξεων στο επίπεδο της κοινωνίας στην Βουλγαρία και την Βόρεια Μακεδονία για ιστορικά θέματα που αγγιζουν τα όρια της γραφικότητας.
Δυνατό κομμάτι του βιβλίου αποτελεί και το οδοιπορικό του Σταύρου Τζίμα στη Δυτική Μακεδονία και τις πληγές που έχει αφήσει η εκεί αιματηρή σύγκρουση για το μακεδονικό, τόσο στα τέλη του 180υ αιώνα όσο και στον ελληνικό Εμφύλιο.
Το δόγμα Μιλόσεβιτς
Το Μακεδονικό, όπως σημειώνει ο συγγραφέας, ήταν ένα από τα τρία καυτά ζητήματα της Βαλκανικής, μαζί με το Σερβικό και το Αλβανικό, που μετά την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας, του Ανατολικού Μπλοκ γενικότερα, ήρθαν στην επιφάνεια επηρεάζοντας την ειρήνη και σταθερότητα και διαμορφώνοντας εξελίξεις στην περιοχή βόρεια των συνόρων μας.
Το Σερβικό, αιματοκύλησε τα δυτικά Βαλκάνια, με το δόγμα Μιλόσεβιτς, «όλοι οι Σέρβοι σε μια Σερβία» και το Αλβανικό δια της αιματηρής απόσχισης του Κοσσόβου αναζωπύρωσε αλυτρωτισμούς με την ιδέα της «Μεγάλης Αλβανίας» που οι εθνικιστικοί κύκλοι στα Τίρανα και την Πρίστινα δεν παύουν να προωθούν, όπου και όπως μπορούν.
Το Μακεδονικό, αναδύθηκε από τα ερείπια της Γιουγκοσλαβίας, ως διαμάχη μεταξύ της Ελλάδας, αλλά και της Βουλγαρίας στη συνέχεια, και του νεόκοπου κράτους με την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας», που προέκυψε από την απόσχιση, το 1991, της εως τότε γιουγκοσλαβικής δημοκρατίας γνωστής ως ΛΔ της Μακεδονίας».
Με δημοψήφισμα πρώτα, τον Σεπτέμβριο του 1991 και στη συνέχεια με ψήφισμα του κοινοβουλίου στα Σκόπια, ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Στην Αθήνα τους έζωσαν τα φίδια καθώς έγινε αντιληπτό ότι ένα ζήτημα που το θεωρούσαμε ανύπαρκτο», βγήκε από το πηγάδι της ιστορίας ως «απειλή» για την εθνική μας ακεραιότητα. Οι Έλληνες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήμασταν ανενημέρωτοι για το Μακεδονικό.
Πλην ελαχίστων, διπλωματών, πανεπιστημιακών και πολιτικών, οι υπόλοιποι δεν είχαμε ιδέα, αφού μαθαίναμε από τα σχολεία ακόμη ότι η Μακεδονία ήταν ελληνική και η διαμάχη μετά την κατάρρευση της οθωμανικής αυτοκρατορίας για το μοίρασμα των εδαφών της επιλύθηκε με τους βαλκανικούς πολέμους. Δεν ήταν καθόλου έτσι, όπως αποδείχθηκε.
Πως κήρυξαν την ανεξαρτησία τους
Μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η περιγραφή του δημοσιογράφου – συγγραφέα για τις συνθήκες υπό τις οποίες ανακηρύχθηκε το 1991 η ανεξαρτησίας τη γειτονικής χώρας στη σκιά της διαμάχης των εθνοτήτων που απήρτιζαν την ενιαία Γιουγκοσλαβία:
«Η συζήτηση ήταν θυελλώδης. “Τι πάτε να κάνετε, ποιος θα προστατεύσει τα σύνορά σας; Εσείς δεν έχετε στρατό δεν έχετε συναλλαγματικά αποθέματα, δεν έχετε νόμισμα, πού πάτε, πώς θα επιβιώσετε;”. Στην κρατική έπαυλη στην Αχρίδα, ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς εξαγριωμένος τα ψέλνει στον Κίρο Γκλιγκόρωφ για την απόφαση των Σκοπίων να ακολουθήσουν τον δρόμο της Σλοβενίας και της Κροατίας, δηλαδή να αποσχιστούν.
Στις 27 Δεκεμβρίου του 1991, ο Γκλιγκόρωφ δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τον Μιλόσεβιτς, ο οποίος του ζητούσε να συναντηθούν στην Αχρίδα για να συζητήσουν “για τις σχέσεις και το μέλον της περιοχής”. Πήγε παίρνοντας μαζί του και τον Βασίλι Τουπουρκόφσκι, στενό συνεργάτη του, νεαρό ανερχόμενο αστέρι της γιουγκοσλαβικής πολιτικής.
«Ο Μιλόσεβιτς ήρθε συνοδευόμενος από τον τότε πρόεδρο της ομοσπονδίας Μπόρισλαβ Γιόβιτς και τον υπουργό Εξωτερικών Βλάντο Γιοβάνοβιτς», αφηγείται ο Τουπουρκόφσκι.
Η θυελλώδης συνάντηση της Αχρίδας
Από τη θυελλώδη συνάντηση της Αχρίδας, τον Ιανουάριο του 1992, όταν «τα κανόνια στην Κροατία και τη Βοσνία βροντούσαν και το αίμα έρεε», ξεκινάει να ξετυλίγει το κουβάρι με τις «Κρυφές Πτυχές του Μακεδονικού» ο Σταύρος Τζίμας, «βουτώντας» στα άδυτα ενός θέματος, το οποίο όχι μόνο με τη δημοσιογραφική του ιδιότητα αλλά και μ’ αυτή του επίμονου μελετητή της ιστορίας μιας περιοχής που δεν έχει ακόμη αποτινάξει από πάνω της τον χαρακτηρισμό της «πυριτιδαποθήκης» της Ευρώπης, παρακολουθεί επισταμένα από τη «γέννησή» του και με τα άρθρα του καταγράφει αυτό το κομμάτι της ιστορίας.
Με μαρτυρίες των πρωταγωνιστών της ιστορίας του Μακεδονικού, όπως η παραπάνω του Βασίλ Τουπουρκόφσκι, ένα βαρύ φθινοπωρινό μεσημέρι, σ’ ένα καφέ στο κέντρο των Σκοπίων, με ενδελεχή έρευνα δεκαετιών για τα γεγονότα αλλά και τα πρόσωπα που διαμόρφωσαν τις εξελίξεις, ο Σταύρος Τζίμας διεισδύει στο πολιτικό και διπλωματικό παρασκήνιο των γεγονότων, φωτίζοντας άγνωστες μέχρι σήμερα πτυχές τους.
Από τη συνάντηση εκείνη στην Αχρίδα ώς τη Συμφωνία των Πρεσπών και την απόφαση της βουλγαρικής πλευράς να μπλοκάρει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, το βιβλίο είναι μια ολοκληρωμένη μελέτη του Μακεδονικού, η χρησιμότητα της οποίας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στον πρόλογο ο δημοσιογράφος Παύλος Τσίμας, «είναι αυτονόητη, καθώς δημοσιεύεται σε μια στιγμή που πρέπει να ληφθούν κρίσιμες αποφάσεις και η γνώση της ιστορίας είναι απαραίτητη για μια ορθολογική και δίκαιη στάθμιση».
«Ο Σταύρος Τζίμας αφηγείται την 25ετία της κρίσης χωρίς φόβο και πάθος, με ακρίβεια, με τεκμηρίωση, ενσωματώνοντας τις μαρτυρίες των πρωταγωνιστών της, και με βαθιά γνώση όχι μόνο των των γεγονότων, αλλά και των προσωπικοτήτων που τους έτυχε να λάβουν αποφάσεις, και του ευρύτερου πολιτικού και κοινωνικού κλίματος όχι μόνο στην από εδώ, μα και στην από εκεί πλευρά των συνόρων», γράφει ο Παύλος Τσίμας, επισημαίνοντας πως ο «θησαυρός» αυτός γνώσης κι εμπειρίας από τον «μόνο Έλληνα δημοσιογράφο που παρακολουθεί την ιστορία αυτή από κοντά, από τη γέννησή της έως σήμερα, ζώντας ο ίδιος στη Θεσσαλονίκη αλλά και ταξιδεύοντας διαρκώς και στην άλλη πλευρά, σε γραφεία πολιτικών, μα και σε σπίτια απλών χωρικών» είναι πια, με την έκδοση αυτή, προσβάσιμος σε όλους.
«Καλή τύχη αδέλφια…»
Μέσα από τα εννέα κεφάλαια του βιβλίου, ξεκινώντας με το «Καλή τύχη, αδέρφια…», που άκουσαν από τα χείλη του Μιλόσεβιτς ο Γκλιγκόρωφ και ο Τουπουρκόφσκι αναχωρώντας από την έπαυλη της Αχρίδας, νιώθοντας μια εσωτερική ανακούφιση καθώς φοβόντουσαν τυχόν επέμβαση της Σερβίας, όπως αποκαλύπτει το βιβλίο, έως τα γεγονότα μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, με την «τρικυμία σε Σκόπια και Αθήνα» και την ιστορική διαμάχη Σόφιας- Σκοπίων για το ποιος είναι τι -μια σχέση που θυμίζει «κακιά μητριά», όπως τιτλοφορείται το τελευταίο κεφάλαιο- αλλά και μ’ ένα διαφωτιστικό επίμετρο, με χρονολόγιο, φωτογραφικά τεκμήρια, ευρετήριο ονομάτων και όρων, το βιβλίο του Σταύρου Τζίμα είναι ένας οδηγός για όσους θέλουν να εντρυφήσουν σε ένα από τα πιο καυτά ζητήματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
«Ο αναγνώστης θα βρει στο βιβλίο όλη την ιστορία από το 1991, που ιδρύθηκε το κράτος της σημερινής Βόρειας Μακεδονίας έως και την τελευταία Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου η Βουλγαρία μπλόκαρε για μία ακόμη φορά τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις», λέει ο συγγραφέας, ο οποίος αφιερώνει σημαντικό μέρος του βιβλίου στον ρόλο της Βουλγαρίας με αφορμή το πρόσφατο βέτο.
Το… φάντασμα του Γκότσε Ντόλτσεφ
Η Βουλγαρία, το τελευταίο διάστημα εγείρει αξιώσεις σε σχέση με την ταυτότητα και τη γλώσσα των μη Αλβανών πολιτών της Βόρειας Μακεδονίας, υποστηρίζοντας ότι έχουν βουλγαρικές ρίζες, κάτι το οποίο τα Σκόπια απορρίπτουν κατηγορηματικά. Ενδεικτικά της ιστορικής διαμάχης που υποβόσκει χρόνια τώρα μεταξύ Βουλγαρίας και Βόρειας Μακεδονίας είναι κάποια περιστατικά που παραθέτει ο Σταύρος Τζίμας στο βιβλίο του, όπως το παρακάτω απόσπασμα:
«…Οι Καρυές είναι ένα ερημωμένο από τους πολέμους χωριό των Σερρών, όπου το 1903, όταν η Μακεδονία ήταν ακόμα υπό οθωμανική κατοχή, σκοτώθηκε από τουρκικό απόσπασμα ο επαναστάτης Γκότσε Ντέλτσεφ, για τον οποίο ερίζουν ακόμα σήμερα, έναν και πλέον αιώνα μετά, Βουλγαρία και Βόρεια Μακεδονία.
» Αν η διαμάχη για την εθνική ταυτότητα του Ντέλτσεφ περιοριζόταν στους ιστορικούς, δεν θα ήταν κάτι ασυνήθιστο, για τα Βαλκάνια, όπου οι άνθρωποι εξακολουθούν να καταβροχθίζουν το παρελθόν. Όταν, όμως, το ερώτημα “ τίνος ήρωας” είναι ο τάδε ή ο δείνα, αναβιώνει ιστορικές διενέξεις που έπνιξαν τους λαούς στο αίμα και απειλούν με την αναζωπύρωση εντάσεων μεταξύ λαών και κρατών, τότε τα φαντάσματα των εθνικισμών ξεπροβάλλουν επικίνδυνα.
»Έτσι, η διαμάχη της Βουλγαρίας με τη Βόρεια Μακεδονία για τον Γκότσε Ντέλτσεφ, που από τις …Καρυές των Σερρών έφτασε να απασχολεί το 2020 την Ευρώπη(!)», γράφει ο Σταύρος Τζίμας κι εξηγεί πώς τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Γκότσε Ντέλτσεφ και την ταφή του, το 1903, στην τότε Μπάνιτσα (Καρυές) «οι Βούλγαροι ξέθαψαν τη σορό που δεν είχε λιώσει ακόμα, έκοψαν και πήραν τα άκρα του Ντέλτσεφ και τα μετέφεραν στη Σόφια, όπου και τα ενταφίασαν», ωστόσο το 1947, με παρέμβαση του Στάλιν, «ο Βούλγαρος κομμουνιστής ηγέτης Γκιόργκι Δημητρόφ έδωσε τα οστά στον Τίτο που τα τοποθέτησε σε τάφο στα Σκόπια.
Και παρόλο που όσο υπήρχε η ενιαία Γιουγκοσλαβία η διαμάχη για την «ιδιοκτησία» του Ντέλτσεφ σοβούσε μεταξύ ιστορικών αλλά, επισήμως τουλάχιστον, δεν ασχολείτο κανείς με το θέμα, όταν το 1992 η Βουλγαρία αναγνώρισε πρώτη το νεόκοπο κράτος με τη συνταγματική του ονομασία («Δημοκρατία της Μακεδονίας»), «το σκήνωμα του Ντέλτσεφ “ βγήκε” απο τον τάφο του. Πάνω από το μνήμα του στις Καρυές στήθηκε μια ολόκληρη ιστορική διαμάχη από εκείνες που ταλαιπώρησαν και εξακολουθούν να ταλαιπωρούν την ειρήνη στα Βαλκάνια», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο συγγραφέας.
Η βότκα του Γέλτσιν
Ένα άλλο γεγονός, ενδεικτικό της κατάστασης καταγράφεται μέσα από την αφήγηση για το βράδυ που ο Ζέλεφ δείπνησε με τον Γέλτσιν στην κατοικία «Λόζενετς» και το πώς η Ρωσία έγινε η τρίτη χώρα που αναγνώρισε το γειτονικό κράτος με το συνταγματικό του όνομα.
«Ο Μπόρις Νικολάγεβιτς συνέχιζε να πίνει βότκα παρά τις παρακλήσεις της συζύγου του, Νίνα, να φάει κάτι. Ο Γιέλτσιν έδειξε ότι δεν έχει ξεχάσει αυτό που έκανε ο Ζέλεφ και τον ρώτησε αν θέλει να κάνει κάτι για αυτόν. “Να αναγνωρίσετε τη Μακεδονία”, του απάντησε αμέσως ο ηγέτης του κράτους μας. Ο Γέλτσιν συμφώνησε και έδωσε εντολή στον υπουργό Εξωτερικών Κοζίρεφ να γράψει το διάταγμα.
Ο Κοζίρεφ προσπάθησε να του εξηγήσει ότι με αυτήν την πράξη θα εξοργιστούν οι Έλληνες, αλλά ο Γιέλτσιν επέμεινε. Τότε ο Κοζίρεφ έπαιξε το τελευταίο του χαρτί – η κρατική σφραγίδα βρίσκεται στο προεδρικό αεροσκάφος. Ο Μπορίς Νικολάγεβιτς στράφηκε προς τον Ζέλεφ και τον καθησύχασε: “Αύριο το πρωί στο αεροδρόμιο θα δώσουμε συνέντευξη τύπου, θα ανακοινώσω ότι η Ρωσία αναγνωρίζει τη Μακεδονία και το διάταγμα θα το στείλω από το αεροπλάνο μόλις απογειωθεί”.
Έτσι και έγινε – 10 λεπτά μετά την επιβίβαση στο αεροπλάνο με κατεύθυνση τη Μόσχα ο Γέλτσιν υπέγραψε την αναγνώριση της Δημοκρατίας της Μακεδονίας από τη Ρωσική Ομοσπονδία με αυτό το αμετάβλητο όνομα της γειτονικής μας χώρας”»…
Οι ανθρώπινες ιστορίες πίσω από την «επίσημη» ιστορία
Ο Σταύρος Τζίμας στις συνολικά 493 σελίδες καταγράφει το προσκήνιο αλλά και πτυχές του παρασκηνίου της Συμφωνίας του 1995, της Ενδιάμεσης Συμφωνίας με την ονομασία FYROM, η προσπάθεια της Ελλάδας να διεισδύσει οικονομικά στη γειτονική χώρα, το γεφύρωμα των σχέσεων και η μυστική διπλωματία που οδήγησε στο δημοψήφισμα στη γείτονα, στις διαδηλώσεις αλλά και το πώς ο Ζόραν Ζάεφ κατάφερε να περάσει τη Συμφωνία των Πρεσπών από το κοινοβούλιο της χώρας του.
Εν είδει ενός μεγάλου ρεπορτάζ, όπως αυτά στα οποία καταγράφει καθημερινά τη σύγχρονη ιστορία της περιοχής, ο Σταύρος Τζίμας δεν στέκεται, όμως, μόνο στα γεγονότα που σημάδεψαν το Μακεδονικό, αλλά φέρνει στο φως και μια σειρά από ανθρώπινες ιστορίες: ο μπαρμπα-Βάσκο, ο Βασίλης Καρατζάς από το Δενδροχώρι Καστοριάς, ασυρματιστής του Μάρκου Βαφειάδη στον Εμφύλιο, αλλά καο η Χρυσούλα Νοβάτση, «παιδί του “παιδομαζώματος” που στα εννιά της χρόνια οι ελληνικές αρχές τής αφαίρεσαν την ελληνική ιθαγένεια ως “αντεθνικώς δρώσης”», η Αλεξάνδρα Καραφυλλίδου- Τσομπάνου που ούτε στην κηδεία της δεν μπόρεσε να …αποχαιρετίσει το σπίτι στο οποίο γεννήθηκε το 1929, στον σημερινό Άγιο Γερμανό, αφού τής το δήμεσυε το μετεμφυλιακό κράτος χαρακτηρίζοντας την ίδια και τα άλλα μέλη της οικογένειάς της «φυγάδες» εγκαθιστώντας εκεί εποίκους, είναι μερικά μόνο από τα αόρατα -για τους πολλούς- πρόσωπα ενός κομματιού της «δύσκολης» ιστορίας που πραγματεύεται το βιβλίο.