Πολιτική

Επίσημη πρώτη Χαρίτση στη Βουλή για το φορολογικό: Η έμμεση απάντηση στον Τσίπρα για την «ανάγκη συνεννόησης»

Την καταψήφιση του νομοσχεδίου για τα μέτρα ενάντια στην φοροδιαφυγή επέλεξε η Νέα Αριστερά, με τον επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, Αλέξη Χαρίτση να τοποθετείται για πρώτη φορά με τον νέο του ρόλο στην αίθουσα της Ολομέλειας της Βουλής. Εκκινώντας την τοποθέτησή του από την επικαιρότητα, «15 χρόνια μετά, οι νέοι και οι νέες που εκείνες τις μέρες του Δεκέμβρη πλημμύρισαν τους δρόμους ζητώντας δικαιοσύνη, είναι η γενιά των νέων εργαζόμενων που ζουν την πραγματικότητα της επισφάλειας, της καθημερινότητας με το μπλοκάκι, των σκληρών -συχνά εξοντωτικών- ωραρίων» ανέφερε ο κ. Χαρίτσης με αφορμή την επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί στην ανάγκη συνεννόησης των εγχώριων προοδευτικών δυνάμεων, απαντώντας εμμέσως στην σημερινή ανάρτηση του Αλέξη Τσίπρα.

«Ως Νέα Αριστερά, ότι θα είμαστε εδώ, μέσα στη Βουλή αλλά κυρίως μέσα στην κοινωνία για να παλέψουμε με τις ιδέες, το πρόγραμμά μας και τις προτάσεις μας απέναντι στην ηγεμονία της Δεξιάς και τις αντικοινωνικές της πολιτικές και για τη δημιουργία μιας νέας προοδευτικής πλειοψηφίας που έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία» κατέληξε ο κ. Χαρίτσης, δίνοντας συνέχεια στην άτυπη συζήτηση που έχει ανοίξει για τη σύγκλιση των προοδευτικών δυνάμεων μετά τη δημιουργία της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας με τον ίδιο ως επικεφαλής.

Αναλυτικά, τα σημεία της τοποθέτησης του κ. Χαρίτση:

Σήμερα είναι η πρώτη φορά που λαμβάνω τον λόγο ως Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Αριστεράς. Και θέλω να ξεκινήσω με μια αναφορά. Σήμερα συζητάμε ένα νομοσχέδιο που αφορά το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Αφορά όμως ιδιαίτερα, τη γενιά της κρίσης. Τους ανθρώπους που σαν σήμερα, 6 Δεκεμβρίου, είδαν την ενηλικίωσή τους να σφραγίζεται από την κρατική δολοφονία ενός 15χρονου παιδιού, του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, που το μόνο του έγκλημα ήταν ότι έκανε παρέα με τους φίλους του. 15 χρόνια μετά, οι νέοι και οι νέες που εκείνες τις μέρες του Δεκέμβρη πλημμύρισαν τους δρόμους ζητώντας δικαιοσύνη, είναι η γενιά των νέων εργαζόμενων που ζουν την πραγματικότητα της επισφάλειας, της καθημερινότητας με το μπλοκάκι, των σκληρών -συχνά εξοντωτικών- ωραρίων. Και το αίτημα παραμένει ίδιο: δικαιοσύνη”.

Έρχομαι στα θέματα του νομοσχεδίου. Άκουσα με προσοχή την ομιλία του κυρίου Μητσοτάκη. Θέλω να ξεκινήσω με ένα σημείο. Ανέφερε ότι η πρόταση της κυβέρνησης απαντά σε «στρεβλώσεις του παρελθόντος». Αυτό που ξέχασε να πει, είναι ότι το νομοσχέδιο είναι εμπνευσμένο από το παρελθόν. Η οριζόντια εισαγωγή τεκμηρίων, αυτή η άδικη πολιτική οριζόντιων μέτρων, αντλεί την έμπνευσή της από το μακρινό 1986. Τότε ήταν μια «καινοτομία». Όπως ήταν και η επιβολή του ΦΠΑ την ίδια χρονιά. Η ομολογία δηλαδή της αποτυχίας ενός κράτους που δεν μπορεί να ρυθμίσει με δίκαιο τρόπο το ζήτημα της φορολογίας και καταφεύγει σε μέτρα που παραβιάζουν εντέλει τη συνταγματική αρχή ότι οι Έλληνες συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Όχι, μας λέει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας: θα συνεισφέρουν δυσανάλογα σύμφωνα με τα δικά της, αυθαίρετα και άδικα, κριτήρια.

Γιατί για να μπορούμε να κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση πρέπει να συμφωνήσουμε σε δύο πράγματα. Πρώτον, ότι η χώρα αντιμετωπίζει ένα δομικόπρόβλημα. Το φορολογικό σύστημα είναι άδικο και αυξάνει τις ανισότητες. Αυτή τη στιγμή, τα 2/3 των δημοσίων εσόδων προέρχονται από έμμεσους φόρους και μόλις το 1/3 από άμεσους φόρους. Και στους άμεσους φόρους, τα φυσικά πρόσωπα συνεισέφεραν για το 2022 11 δισεκατομμύριά ευρώ, ενώ τα νομικά πρόσωπα λιγότερα από 4,5 δισεκατομμύρια. Σε τι μεταφράζονται αυτά τα δεδομένα; Ότι οι πολίτες πληρώνουν ανεξάρτητα από το εισόδημά τους καθημερινό φόρο μέσα από την κατανάλωση, ενώ οι πολίτες, ως φυσικά πρόσωπα, είναι αυτοί πουστηρίζουν τα δημόσια οικονομικά. Το δεύτερο που πρέπει να συμφωνήσουμε είναι ότι κάθε οριζόντιο μέτρο είναι εξορισμού άδικο. Αντιμετωπίζει μια πολύπλοκη κατάσταση, όχι μέσα από την αποκωδικοποίησή της, αλλά μέσα από έναν ιδιόμορφο εξισωτισμό: όλοι θα πληρώσουν το ίδιο δίχως καμία έγνοια για το ποιοι θα πρέπει να εξαιρούνται και κυρίως μια συνειδητή αδιαφορία για αυτούς που θα έπρεπε να πληρώνουν περισσότερο: αυτούς δηλαδή που έχετε ευεργετήσει όλα αυτά τα χρόνια με προκλητικές φοροαπαλλαγές και τους συστηματικούς φοροφυγάδες.

Κι επειδή δεν θέλετε να αντιμετωπίσετε επί της ουσίας αυτό το κρίσιμο ζήτημα, καταφεύγετε για μία ακόμη φορά στη γνωστή συνταγή του κοινωνικού αυτοματισμού. Χθες ήταν οι δημόσιοι υπάλληλοι, σήμερα οι ελεύθεροι επαγγελματίες, αύριο ποιος;

Σήμερα, σχεδόν σαράντα χρόνια μετά το 1986, η χώρα έχει ανάγκη από μια σύγχρονη, δίκαιη, φορολογική μεταρρύθμιση. Όχι από ένα ταξίδι στο παρελθόν μέσα από μια κυβερνητική πρόταση που παραπέμπει σε φορολογική διευθέτηση για να καλύψει σπασμωδικά κάποιες οικονομικές τρύπες. Μια δίκαιη φορολογική μεταρρύθμιση που θα στηρίζεται στις νέες δυνατότητες που διαθέτουμε -την ψηφιοποίηση, την Τεχνητή Νοημοσύνη, τον εκσυγχρονισμό του συστήματος- και κυρίως σε έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Γιατί η χώρα μας είναι εγκλωβισμένη στο εξής παράδοξο: η εισπραξιμότητα των άμεσων φόρων είναι χαμηλή και ταυτόχρονα η αίσθηση των πολιτών, κυρίως των ασθενέστερων και μικρομεσαίων, είναι πως η φορολογία είναι πολύ υψηλή. Και όντως, ισχύουν και τα δύο. Και αυτά οδηγούν στο μεγάλο και κυριότερο πρόβλημα: κανείς δεν πιστεύει ότι οι φόροι έχουν νόημα: ότι επιστρέφουν στους πολίτες ανταποδοτικά μέσα από την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και των δημόσιων υποδομών. Το παράδειγμα του ΕΣΥ και της διάλυσης της δημόσιας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης είναι το πλέον χαρακτηριστικό. Μια δίκαιη φορολογική μεταρρύθμιση πρέπει να ξεκινά από αυτό: ότι κάθε ευρώ μετράει, όταν επιστρέφει στην κοινωνία. Έτσι χτίζουμε φορολογική συνείδηση, έτσι χτίζουμε μια ισχυρή κοινωνία.

Αντί για αυτό, τι έχουμε;

Διαβάστε ακόμη

Περισσότερα στην κατηγορία: Πολιτική