Την ικανοποίηση της ελληνικής κυβέρνησης για την έστω και άτυπη επανεκκίνηση του διαλόγου για το Κυπριακό μετά το δείπνο του Νίκου Χριστοδουλίδη, με τους κ.κ. Αντόνιο Γκουτέρες και Ερσίν Τατάρ, εξέφρασε ο Παύλος Μαρινάκης.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, μιλώντας σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στο Πρώτο Πρόγραμμα, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και στην επικείμενη συνάντηση των Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν στην Αθήνα στις 8 Νοεμβρίου, ενώ για το Μεταναστευτικό επεσήμανε ότι η πρόσφατη επιστολή της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, προς τους 27 ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαιώνει πως η ΕΕ έχει υιοθετήσει τις πάγιες θέσεις της Ελλάδος στο Μεταναστευτικό.
Αναλυτικά όσα είπε ο Παύλος Μαρινάκης:
Για την επανεκκίνηση των συνομιλιών για το Κυπριακό: «Καταρχάς θα ήθελα, ξεκινώντας από την πρώτη ευκαιρία που έχω, να εκφράσουμε την ικανοποίηση μας, ως Ελληνική Κυβέρνηση, για την επανεκκίνηση, έστω και σε άτυπο επίπεδο, των συνομιλιών για το Κυπριακό. Το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια, σε αγαστή συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία, για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Προφανώς υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη απόσταση ακόμα που πρέπει να διανυθεί, δεν έχουμε ακόμα κάποια ενημέρωση από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, όμως είμαστε στη διάθεση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, πάντοτε σε απόλυτη σύμπνοια, με την Κυπριακή Δημοκρατία, για πιθανά επόμενα βήματα ή κινήσεις. Αυτή τη στιγμή, για να το ξεκαθαρίσω, δεν υπάρχει κάποια ενημέρωση ή κάποια ειδοποίηση για κάτι παραπάνω».
Για το ενδεχόμενο συμμετοχής της Ελλάδας στις συνομιλίες για το Κυπριακό: «Προφανώς ακόμα δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, για να μην δημιουργηθούν στρεβλές εντυπώσεις. Η Ελλάδα είναι στη διάθεση του ΟΗΕ και το ξαναλέω, πάντοτε σε απόλυτη ταύτιση και σύμπνοια με την Κυπριακή Δημοκρατία και τις πάγιες θέσεις μας».
Για τη συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν στις 8 Νοεμβρίου: «Η Ελλάδα έχει επιλέξει να επενδύσει στο διάλογο, χωρίς καμία διάθεση και καμία υποψία υποχωρητικότητας. Είναι δεδομένο ότι τονίζουμε με όλους τους δυνατούς τρόπους, την πάγια ελληνική θέση, ότι εμείς με την Τουρκία αναγνωρίζουμε μόνο μία διαφορά. Μόνο μία διαφορά υπάρχει που θέλουμε να επιλυθεί επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου, ο καθορισμός ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Δεν θα μπουν ποτέ ζητήματα κυριαρχίας στο τραπέζι. Ο διάλογος αυτός δεν είναι απλά μία επιλογή, η οποία οδηγεί σε μία υποτυπώδη ηρεμία. Είναι μία επιλογή, η οποία παράλληλα με την ισχυροποίηση της χώρας, σε όλα τα επίπεδα έχει δώσει μόνο θετικά. Δεδομένου του γεγονότος ότι η χώρα μας δεν έχει υποχωρήσει σε τίποτα, δεν έχει εκχωρήσει, ούτε καν έχει βάλει ποτέ σε συζήτηση κανένα ζήτημα, ούτε πρόκειται να το κάνει αυτό, παρά την προσπάθεια συγκεκριμένων Μέσων και συγκεκριμένων κομμάτων, κυρίως στα άκρα, να χτίσουν ένα αφήγημα υποχωρητικότητας, μόνο και μόνο για να επιβιώσουν, να έχουν κάτι να λένε.
Η Ελλάδα αυτά τα χρόνια λοιπόν, έχει καταφέρει και έχει κάνει τις πιο σημαντικές αμυντικές συμφωνίες τα τελευταία χρόνια, της θωράκισής της. Έχει ισχυροποιηθεί διπλωματικά, πρωταγωνιστεί σε όλες τις μεγάλες συζητήσεις, έχει καταφέρει και έχει επεκταθεί στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο, έχει υπογράψει ΑΟΖ με δύο γειτονικές χώρες, την Ιταλία και την Αίγυπτο και παράλληλα με την Τουρκία βρίσκεται σε μία παρατεταμένη διαδικασία διαλόγου, η οποία έχει τρία μεγάλα πλεονεκτήματα αυτή τη στιγμή για την Ελλάδα. Τρία μεγάλα οφέλη.
Το πρώτο είναι ότι υπάρχει η δυνατότητα της απάντησης και της ξεκάθαρης διατύπωσης των ελληνικών θέσεων, -πολλές φορές είναι και θέσεις της Δύσης, όπως το αν είναι τρομοκρατική, το αυτονόητο δηλαδή, οργάνωση η Χαμάς-, απέναντι σε αυτά τα οποία διαφωνούμε με την Τουρκία. Αν δεν υπήρχε ο διάλογος, απλά η Τουρκία θα διατύπωνε τις θέσεις της, χωρίς κανέναν αντίλογο και χωρίς καμία απάντηση, σε πάρα πολλές περιπτώσεις που ο Έλληνας Πρωθυπουργός έχει απαντήσει και έχει αποκαταστήσει την αλήθεια και την ιστορική πραγματικότητα.
Το δεύτερο όφελος, είναι ότι αυτή η σχέση με την Τουρκία, είναι ένας από τους λόγους που η Ελλάδα είναι υπόδειγμα διαχείρισης, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, σε σχέση με το μεταναστευτικό. Άλλο ένα πεδίο που προσπαθεί η άκρα δεξιά, -στην Ευρώπη τα έχει καταφέρει με μεγαλύτερη επιτυχία-, να επιβιώσει πολιτικά. Προχθές μόνο, η τελευταία μέρα που κατεγράφη, θα μάθουμε και σήμερα για τα χθεσινά δεδομένα, την τελευταία δηλαδή μέρα που κατεγράφη, στη Λαμπεντούζα, η Ιταλία είχε 800 αφίξεις μεταναστών. Κάποιοι εξ αυτών θα είναι πρόσφυγες, κάποιοι θα είναι παράνομοι μετανάστες, οπότε για αυτό και προσέχω και δεν τους χαρακτηρίζω όλους με το ένα ή το άλλο καθεστώς. Στη χειρότερη δυνατή μέρα, λόγω των αποτροπών που κάνει η Ελλάδα, αλλά και της συνεργασίας, εμείς υποδεχόμαστε 150 άτομα. Στη χειρότερη μέρα. Μάλιστα με μια τιτάνια προσπάθεια που κάνουν οι γυναίκες και άνδρες του Λιμενικού Σώματος, να σώζουν ανθρώπινες ζωές, όποτε αυτό καθίσταται εφικτό, υπάρχουν δυστυχώς κάποιες ημέρες, που οι πρακτικές των λαθροδιακινητών οδηγούν ακόμα και σε ανθρώπινες τραγωδίες, ανθρώπινα δράματα και απώλειες ανθρώπων, όπως ας πούμε χθες.
Για να καταλάβει κανείς λοιπόν, πόσο σημαντικό είναι αυτό, υπάρχει συνεργασία με την Τουρκία, στην αντιμετώπιση των κυκλωμάτων λαθροδιακινητών. Έχουμε μηδενισμό ροών στον Έβρο. Έχουμε έναν αριθμό ο οποίος σχεδόν έχει φτάσει σε επίπεδα του μηδενισμού των ροών στον Έβρο και μια συνεργασία στα θαλάσσια σύνορα. Είναι πολύ σημαντικό. Είναι σημαντικό ότι έχουμε εκμηδενισμό εναέριων παραβιάσεων; Πάρα πολύ σημαντικό. Γιατί ξέρετε, όλοι αυτοί, οι «τζάμπα πατριώτες», δεν μπορούν να καταλάβουν πόσο σημαντικό είναι όλο αυτό. Αυτή η ηρεμία, η οποία δεν είναι υποχωρητικότητα, το αντίθετο θα έλεγα, για τις Ένοπλες Δυνάμεις και ειδικά για τους άνδρες και τις γυναίκες της Ελληνικής Αεροπορίας.
Και το τρίτο είναι το γεγονός, ότι ναι είναι πολύ σημαντικό ότι πλέον στα νησιά μας οι κάτοικοι υποδέχονται νόμιμους τουρίστες.
Υπάρχουν δύο δρόμοι για να κάνεις εξωτερική πολιτική. Υπάρχει ο δρόμος αυτού που σας είπα πριν, το να παριστάνεις τον «τζάμπα πατριώτη», να λες όχι σε όλα, στην πραγματικότητα να μην κερδίζει τίποτα η χώρα σου, ίσα-ίσα να είναι στην απομόνωση, έτσι, κάτι το οποίο δεν ισχύει αυτή τη χρονική περίοδο και υπάρχει και ο δρόμος της υπευθυνότητας και του υγιούς πατριωτισμού, που ακολουθεί ο Κ. Μητσοτάκης. Δεν εκχωρούμε τίποτα, δεν συζητάμε ζητήματα κυριαρχίας, δυναμώνουμε τη χώρα μας, τη θωρακίζουμε, την εξοπλίζουμε. Καταφέρνουμε και με όλα αυτά, τα οποία σας είπα, την Ελλάδα την μετατρέπουμε από το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης, σε μία χώρα που πρωταγωνιστεί και εννοείται συνομιλούμε με τους γείτονες μας, γιατί αυτό το καθόρισε η γεωγραφία.
Συνομιλούμε χωρίς να είμαστε αφελείς, χωρίς να περιμένουμε μαγικές λύσεις ή ότι θα αλλάξει από τη μια μέρα στην άλλη ο κύριος Ερντογάν και συνομιλούμε χωρίς να υποχωρούμε. Επειδή έχει γίνει πάρα πολύ μεγάλη συζήτηση και για διάφορες χώρες, στις οποίες ανήκουν τα κόμματα της άκρας δεξιάς στην Ελλάδα, όπως για παράδειγμα ο κύριος Όρμπαν στην Ουγγαρία. Το μεγάλο δια ταύτα, του μεταναστευτικού, που έχει να κάνει και με την εξωτερική πολιτική της χώρας και το πώς συμπεριφέρεται η Ελλάδα και ο Πρωθυπουργός στην Ευρώπη, είναι αν η Ευρώπη θα καταλάβει ότι δεν γίνεται χώρες όπως η Ελλάδα, να επωμίζονται βάρη τα οποία δεν τους αντιστοιχούν. Ξέρετε, εδώ είναι η συμμαχία του νότου, έχει σημασία αυτό να το πούμε. Ξέρετε ποιοι είναι οι βασικοί πολέμιοι αυτής της λογικής και αυτής της ελληνικής θέσης, που νομίζω ότι συμφωνούμε όλοι, ότι πρέπει η Ευρώπη να επωμιστεί συνολικά τα βάρη και το δέχτηκε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για το άσυλο και τη μετανάστευση. Ο βασικός πολέμιος αυτής της θέσης, είναι ο κύριος Όρμπαν και η Ουγγαρία, στον οποίον υπάγονται κόμματα της ελληνικής άκρας δεξιάς.
Το πρόβλημά μας είναι να καταλάβει ο κόσμος ―γιατί προσπαθούν να του πουν πράγματα τα οποία είναι ανεκδιήγητα― ότι αυτό που λέμε «άκρα δεξιά», αυτοί που υποτίθεται θέλουν το καλό της Ελλάδας και θέλουν να λύσουν το μεταναστευτικό και αν ακούγαμε εμείς, ως κυβέρνηση, τις θέσεις τους, γιατί δεν είναι μόνο ένα πρόσωπο, είναι μια λογική: «κάν’ το όπως ο Όρμπαν». Η θέση του Όρμπαν στην Ευρώπη είναι καταστροφική για την Ελλάδα. Αν στην Ευρώπη υπερίσχυαν οι απόψεις των χωρών αυτών, η Ελλάδα θα ήταν μία αποθήκη ψυχών και αυτό, αφού έχουμε καταφέρει μέσα σε πέντε χρόνια τους 93.000 διαμένοντες, -όχι αφίξεις, διαμένοντες, είναι άλλο οι αφίξεις, άλλο οι διαμένοντες- , τους έχουμε πάει τώρα 23.000 μέσα σε πέντε χρόνια, δεν θα είχαμε αυτήν την επιτυχία, δεν θα είχαμε αυτό τ’ αποτέλεσμα για τη μετανάστευση και το άσυλο.»
Για την ρητορική της άκρας δεξιάς: «Απαντάμε στις ερωτήσεις που μας γίνονται. Και όπως προχθές απάντησα σε μία επίθεση της κυρίας Λατινοπούλου, έτσι και χθες απάντησα σε μία ερώτηση, αν υπάρχει ζήτημα συγκυβέρνησης, μετά τις επόμενες εκλογές, μ’ ένα από τα κόμματα που βρίσκονται δεξιά, δεξιότερα ημών, και βρίσκονται με βάση τη δική τους επιλογή στο Ευρωκοινοβούλιο στην «άκρα δεξιά». Και θύμισα κάτι το οποίο προκύπτει από την ιστορία της μεταπολιτευτικής Ελλάδος ότι η Νέα Δημοκρατία δεν συγκυβερνά και δεν συνομιλεί με τα «άκρα».
Δεν συγκυβέρνησε η Νέα Δημοκρατία με κόμματα της «άκρας δεξιάς». Αυτό, νομίζω, προκύπτει και με μία θέση, η οποία νομίζω, ότι χαρακτηρίζει και όλα αυτά τα χρόνια τη Νέα Δημοκρατία. Η Νέα Δημοκρατία θεωρώ ότι εκπροσωπεί συνολικά μια πολύ μεγάλη «γκάμα» ιδεολογικά πολιτών. Πολλά από αυτά έχουν αλλάξει με βάση τις νέες ανάγκες― είναι μία παράταξη η οποία εκπροσωπεί και ανθρώπους που μπορεί ν’ ανήκαν διαχρονικά στην κεντροαριστερά, είναι μια φιλελεύθερη παράταξη, κεντροδεξιά παράταξη, που είναι ευρύχωρη, αλλά δεν αλλοιώνεται και δεν αλλοιώνει την ιδεολογία της και δεν έχει καμία σχέση με τα «άκρα». Τα άκρα -που δεν είναι μόνο το ένα άκρο. Άρα, πολύ απλά, βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους, όταν μας ρωτάνε. Δεν είχαμε καμία ανάγκη να το πούμε.»
Για το μεταναστευτικό στην Ελλάδα και στην Ευρώπη: «Κατ’ αρχάς δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για την Ελλάδα να υποδεχθεί ξαφνικά δεκάδες χιλιάδες μετανάστες και όλο αυτά τα οποία γράφονται και λέγονται τους τελευταίους μήνες. Για να καθησυχάσουμε τους πολίτες και τους ακροατές.Σίγουρα η κατάσταση στη Μέση Ανατολή δεν μας επιτρέπει να εφησυχάζουμε, όχι ως Ελλάδα, ως Ευρώπη συνολικά. Δεν το συζητάμε αυτό. Σίγουρα η κατάσταση αυτή μας οδηγεί σε μια αυξημένη εγρήγορση. Αυτονόητο είναι αυτό και αλίμονο αν δεν ήμασταν σε εγρήγορση.
Αν διαβάσει κανείς την επιστολή της κυρίας φον ντερ Λάιεν, θα καταλάβει πόσο δικαιώνονται οι ελληνικές θέσεις που διατυπώθηκαν τα τελευταία χρόνια από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τον Έλληνα Πρωθυπουργό.
Η Ελλάδα είχε πει πολύ συγκεκριμένα πράγματα για το μεταναστευτικό. Έχει μιλήσει για την ανάγκη να μοιραστούν τα βάρη, να στηριχθούν οι χώρες υποδοχής, έχει βάλει συγκεκριμένες διατυπώσεις στο τραπέζι οι οποίες υιοθετήθηκαν από το τελευταίο σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, το οποίο είναι δεσμευτικό για όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρα, αυτή τη στιγμή υπάρχει κάτι το οποίο έχει συμφωνηθεί, σίγουρα υπάρχει μια αυξημένη ανησυχία, αλλά είναι δεδομένο ότι όσο περνάει ο καιρός, όλα αυτά τα οποία έλεγαν οι χώρες του νότου, με την Ελλάδα να πρωταγωνιστεί σε αυτές τις εξαγγελίες, σ’ αυτές τις διατυπώσεις και αυτήν την ανησυχία, πλέον, είναι κοινός τόπος για την Ευρώπη.
Είναι δεδομένο ότι κάθε φορά που βαθαίνει μία κρίση, όπως αυτά τα οποία συμβαίνουν, η κρίση στη Μέση Ανατολή και με πολύ μεγάλο κίνδυνο και απώλειες ανθρώπινων ζωών σε πολλές περιπτώσεις, τότε σίγουρα αυτές οι συζητήσεις επανέρχονται στο προσκήνιο. Είναι δεδομένο ότι στις επόμενες ημέρες στις Βρυξέλλες θα είναι το κορυφαίο ζήτημα στην ατζέντα. Αλλά, για να μην ανακαλύψουμε τον τροχό σήμερα και απευθύνομαι σε κάποιους οι οποίοι έκπληκτοι θυμήθηκαν το μεταναστευτικό, αν κάνει κάποιος μια βόλτα στην Ευρώπη, θα καταλάβει πόσο σημαντική είναι η επιτυχία της Ελλάδας στο ζήτημα της μετανάστευσης.
Είναι μαζί με την ακρίβεια, που είναι ένα οριζόντιο πρόβλημα σε όλες τις χώρες και στη δικιά μας ―φαίνεται πως κάπως υποχωρεί, αλλά παραμένει μεγάλο ζήτημα― με το μεταναστευτικό είναι το πρώτο πρόβλημα, το πρώτο πράγμα που ανησυχεί κάθε Ευρωπαίο πολίτη. Είναι το βασικό αντικείμενο σε κάθε συνέντευξη, σε κάθε συζήτηση. Ναι, είναι πολύ σημαντικό που η Ελλάδα έχει 80%, μέσα σε βάθος πενταετίας, μείωση των διαμενόντων στη χώρα, είναι πολύ σημαντικό ότι φυλάει τα σύνορά της, είναι πολύ σημαντικό ότι οι θέσεις της γίνονται θέσεις της Ευρώπης. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, να είμαστε ήσυχοι, είναι πολλές οι προκλήσεις, είναι πάρα πολύ δύσκολη άσκηση για το Λιμενικό κάθε μέρα. Δεν είναι ότι δεν υπάρχει πίεση, υπάρχει μεγάλη πίεση, αλλά υπάρχει πολύ καλύτερη διαχείριση. Ένα πράγμα μόνο να σας πω, για να καταλαβαίνει ο κόσμος, με συγκεκριμένα πράγματα, γιατί συμβαίνει αυτό.
Γιατί πίεση υπάρχει, το τονίζω. Αλλά υπάρχει πάρα πολύ καλύτερη διαχείριση και στο τέλος της ημέρας πολύ καλύτερο αποτέλεσμα. Ξέρετε πόσο καιρό έκανε μέχρι το ΄19 να γίνει αποδεκτή ή ν’ απορριφθεί μια αίτηση ασύλου, με αποτέλεσμα να στοιβάζονται άνθρωποι σε δομές και μάλιστα δομές ντροπής; Μέχρι και τρία χρόνια. Ξέρετε πόσο κάνει τώρα με τη νέα διαδικασία με αυτήν την κυβέρνηση; Τρεις μήνες. Πάρα πολύ μεγάλη διαφορά, διότι μέσα σε τρεις μήνες, είτε κάποιος θα πάρει άσυλο, άρα θα μπορεί να ταξιδέψει στην Ευρώπη και ν’ ακολουθήσει μια διαδικασία που ακολουθεί ένας πρόσφυγας, είτε θα θεωρείται παράνομος, πλέον, με τη «βούλα» παράνομος μετανάστης, θα πρέπει να επιστρέψει πίσω και αν δεν γίνεται θα κρατηθεί. Είναι μια εντελώς άλλη διαδικασία που ακολουθείται».
Ρητά «όχι» σε δομή παραμονής μεταναστών στην Κρήτη: «Δεν υπάρχει περίπτωση να φτιαχτεί δομή φιλοξενίας προσφύγων ή μεταναστών στην Κρήτη. Μιλάμε για κάτι το οποίο θα είναι προσωρινό, δηλαδή, άνθρωποι οι οποίοι έρχονται εκεί, για δύο το πολύ έως πέντε ημέρες ―το έχω απαντήσει ξανά― θα ταυτοποιούνται και στη συνέχεια δεν θα μένουν εκεί. Άρα, δομή παραμονής προσφύγων ή μεταναστών στην Κρήτη, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να δημιουργηθεί».
Για την φορολόγηση των φιλοδωρημάτων: «Δεν ξέρω αν σοκάρω κάποιους «αναλυτές» από την αντιπολίτευση, αλλά η Κυβέρνηση αυτή είναι η πρώτη η οποία θέτει αφορολόγητο στα φιλοδωρήματα, τα οποία μέχρι και σήμερα που μιλάμε είχαν φορολογία. Το επαναλαμβάνω. Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι η πρώτη Κυβέρνηση – όχι των τελευταίων ετών – συνολικά, που βάζει αφορολόγητο, δίνει, δηλαδή, τη δυνατότητα στους εργαζομένους να έχουν αφορολόγητο στα tips. Μέχρι σήμερα που μιλάμε, το πρόβλημα αυτό, απλά δεν ήταν τόσο διαδεδομένο και δεν συζητείτο πολύ, γιατί ο κανόνας ήταν τα φιλοδωρήματα να δίνονται με κανονικό χρήμα, δηλαδή φυσικό χρήμα, όχι με ηλεκτρονικό χρήμα. Επειδή, μετά και την πανδημία εξαπλώνεται όλο και περισσότερο – και ορθώς – η χρήση του ηλεκτρονικού χρήματος και υπάρχει πλέον και η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS, κάποιοι ανακάλυψαν – και δεν αναφέρομαι στους εργαζόμενους, οι εργαζόμενοι ξέρουν ποια είναι η πραγματικότητα – ότι φορολογούνται, γιατί φορολογούνται στην Ελλάδα διαχρονικά και τα tips.
Έρχεται, λοιπόν, η Κυβέρνηση μετά από απόφαση του Αρείου Πάγου και προστατεύει τους εργαζομένους. Και έτσι η Κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι η Κυβέρνηση η οποία θέτει αφορολόγητο στα tips. Όταν είσαι η Κυβέρνηση που προστατεύει τους εργαζόμενους, τους θωρακίζει και βάζει αφορολόγητο σε κάτι, νομίζω ότι είναι τουλάχιστον άδικο -για να μην πω κάτι περισσότερο- να κατηγορείσαι ότι φορολογείς κάτι, που εσύ βάζεις αφορολόγητο».
Για την ενημέρωση των μελών της Κ.Ο. της Νέας Δημοκρατίας: «Δεν υπάρχει θέμα εσωτερικής αντιπολίτευσης. Οι βουλευτές, όπως και όλος ο κόσμος που μας ακούει -στο σύνολο της κοινωνίας- καταλαβαίνει ποια είναι τα μεγάλα προβλήματα. Αν υπήρχε βουλευτής ή Υπουργός ή τέλος πάντων οποιοσδήποτε κατέχων ένα αξίωμα, που δεν συμφωνούσε ότι η ακρίβεια, εδώ και πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, απασχολεί κάθε πολίτη, τότε θα ήταν εκτός πραγματικότητας. Και η Κοινοβουλευτική μας Ομάδα, κάθε άλλο παρά εκτός πραγματικότητας είναι. Δεν το συζητάμε.
Είναι εισαγόμενη μεν η ακρίβεια, αλλά επίμονη δε. Φαίνεται ότι με βάση τα επίσημα στοιχεία του ΙΕΛΚΑ, έχουμε μια υποχώρηση των τιμών στη συντριπτική πλειοψηφία των προϊόντων, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η υποχώρηση αυτή του 2% ή 3% ανά μήνα, μπορεί να εξαφανίσει μια σωρευτικά 30%, ακρίβεια τροφίμων για παράδειγμα.
Άρα, η ακρίβεια ήταν και παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των πολιτών -το κόστος ζωής- και η Κυβέρνηση αυτή κάνει ό,τι περισσότερο μπορεί, συναρτήσει και των δυνατοτήτων της χώρας, για να μειώσει τις συνέπειες και κάποιες φορές να τις υπερκεράσει. Τι θέλω να πω; Φαίνεται ότι για ακόμη μια φορά στον προϋπολογισμό οι αυξήσεις των εισοδημάτων θα είναι μεγαλύτερες απ’ ότι οι αυξήσεις των τιμών. Η αύξηση του μέσου μισθού στη χώρα τα τελευταία χρόνια είναι οριακά μεγαλύτερη από τον πληθωρισμό σωρευτικά. Οι παρεμβάσεις μας δεν είναι μόνο παρεμβάσεις στήριξης, αλλά και παρεμβάσεις έμμεσης στήριξης με φοροελαφρύνσεις. Και τι θέλουμε να κάνουμε; Θέλουμε να αυξάνουμε τα εισοδήματα, περισσότερο απ’ ότι αυξάνονται και όταν θα αρχίσουν οι τιμές να υποχωρούν, αυτές οι αυξήσεις να φαίνονται περισσότερο. Κανείς δεν ισχυρίστηκε ότι είναι μια εύκολη άσκηση, κανείς δεν ισχυρίστηκε ότι αυτοί οι οποίοι παραπονούνται, παραπονούνται αδίκως.
Και επειδή, έχω κι εγώ εικόνα για τη συζήτηση με τον κ. Θεοδωρικάκο, θα σας πω ότι ήταν μια ζωηρή συζήτηση, μια συζήτηση που ακούστηκαν εμπειρίες των βουλευτών από όλη την Ελλάδα και οι επιφυλάξεις των πολιτών για πολλά πράγματα, αλλά κάθε άλλο παρά εσωκομματική αντιπολίτευση μπορεί να το εκλάβει κανείς. Το αντίθετο θα έλεγα, με εξαίρεση ίσως μια τοποθέτηση – που όπως είπατε – ο κ. Βλάχος εξέφρασε κάποιες αντιρρήσεις. Όλες οι υπόλοιπες τοποθετήσεις των βουλευτών κατέληγαν στο ότι η Κυβέρνηση κάνει πολλά, αλλά το πρόβλημα είναι εδώ. Και το Υπουργείο λέει ότι το πρόβλημα είναι εδώ και κάνει ό, τι καλύτερο μπορεί για να μειώσει τις συνέπειές του.
Και το ξαναλέω, είμαστε μια Κυβέρνηση, η οποία εκλήθη να διαχειριστεί πολύ μεγάλες κρίσεις και η υποχρέωση μας είναι να το κάνουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αλλά αν το δει κανείς λίγο συγκριτικά έχουμε καταφέρει και έχουμε την μεγαλύτερη αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών – ως προς το ρυθμό αύξησης – σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Απλά ξεκινήσαμε από πολύ χαμηλά και πρέπει να φτάσουμε ακόμα πιο ψηλά για να προσεγγίσουμε την Ευρώπη.
Για τις παρεμβάσεις του Πρωθυπουργού στην ΕΕ για την ακρίβεια και την ενέργεια: «Μπήκε ουσιαστικά στο τραπέζι και αυτό το ζήτημα από τον Έλληνα Πρωθυπουργό, το οποίο δεν είναι ελληνικό, είναι ευρωπαϊκό ζήτημα, με δεδομένο ότι σε κάθε ευκαιρία είναι κάτι το οποίο παρακολουθείται η πρόοδός του. Και, βέβαια, ο στόχος ο δικός μας ήταν να τεθεί πριν από τις ευρωεκλογές για να μπει και ως ένα από τα μεγάλα ζητήματα της επόμενης, δηλαδή αυτής που θα διανύσουμε, πενταετίας στην Ευρώπη, στον νέο κύκλο, ο οποίος προέκυψε μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών. Άρα, αυτό ήθελε να κάνει ο Πρωθυπουργός και το πέτυχε. Όπως, αντίστοιχη ήταν και η πρόθεσή του, αν θυμάστε, με το Ταμείο Ανάκαμψης, αντίστοιχη ήταν η πρόθεσή του για το άνοιγμα της οικονομίας για την πανδημία, αντίστοιχη ήταν η πρόθεσή του και είναι για την αντιμετώπιση του προβλήματος της χονδρικής τιμής του ρεύματος. Αυτή είναι η διαφορά, πλέον, της Ελλάδας. Η Ελλάδα από πρόβλημα της Ευρώπης, κάθεται στο τραπέζι των λύσεων. Οι λύσεις, όμως, δεν είναι μαγικές και δεν έρχονται από τη μια μέρα στην άλλη.
Για την ενδεχόμενη συνάντηση με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ: «Ο πρωθυπουργός συνεχάρη τον κ. Ανδρουλάκη για την επανεκλογή του. Του πρότεινε συνάντηση. Ήταν θετική η αντίδραση του κ. Ανδρουλάκη. Οπότε αναμένουμε από τους συνεργάτες του κ. Ανδρουλάκη για να οριστεί αυτό το ραντεβού, το οποίο θεωρώ ότι είναι σημαντικό να γίνει, γιατί μιλάμε για τον Πρωθυπουργό και τον πρόεδρο του κόμματος, που αυτή τη στιγμή φαίνεται δημοσκοπικά ότι είναι το επόμενο τη τάξει κόμμα, τουλάχιστον σε επίπεδο δημοσκοπήσεων.
Είναι ένας πολιτικός αρχηγός, ο οποίος επανεξελέγη από μία δημοκρατική διαδικασία και θεωρώ ότι πρέπει η χώρα μας να αφήσει πίσω της τις εποχές όπου η πολιτική αντιπαράθεση ξέφευγε των ορίων. Δυστυχώς, είχαμε πέσει πολλές φορές πολλοί εξ ημών, χαρακτηριζόμενοι μέχρι και προδότες επειδή είχαμε μία συγκεκριμένη άποψη. Νομίζω ότι αυτά πρέπει να τα αφήσουμε πίσω μας. Και όσες διαφωνίες κι αν έχουμε, όσες διαφορές και να έχουμε, τουλάχιστον να συνομιλούμε και βέβαια να έχουμε και μία σύγκλιση στα βασικά, που είναι οι μεγάλες αλλαγές για τον τόπο. Αλλά αυτό είναι θέμα του κάθε κόμματος, πώς θα αντιδράσει σε κάθε νομοσχέδιο.»
Για τις εσωκομματικές διαδικασίες στο ΣΥΡΙΖΑ: «Καμία παρέμβαση στα εσωκομματικά και νομίζω ότι όποιος με παρατηρεί το τελευταίο διάστημα, γιατί έτυχε να είμαι Κυβερνητικός Εκπρόσωπος σε μια περίοδο με έντονες εξωκομματικές διαδικασίες στα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, ουδέποτε πήρα θέση. Και, μάλιστα, όσες φορές είχε γίνει, ας πούμε, αυτό από άλλα στελέχη, ευγενικά είχα ζητήσει να πάρουμε αποστάσεις. Αλλά, εντάξει, η αλήθεια είναι η αλήθεια όσο κι αν πονάει. Το ξαναλέω, επειδή αυτό δεν είναι υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου. Νομίζω ότι η δημοκρατικότητα κάποιων ανθρώπων έχει φανεί σε βάθος δεκαετιών. Και θα χρησιμοποιήσω το παράδειγμα των πανεπιστημίων, για να το κάνω σαφές σε κάθε απόφοιτη ή απόφοιτο ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου.
Όποιος έχει περάσει από ελληνικό πανεπιστήμιο, ξέρει πόσο δημοκρατικός είναι αυτός ο χώρος στις διαδικασίες του και στο πώς σέβεται τα εξάμηνα των φοιτητών, στο πώς κλείνει ένα πανεπιστήμιο, στο πώς με κάποιες υπογραφές για, ξέρω κι εγώ, κάτι που μπορεί να συμβαίνει οπουδήποτε, μπορεί κάποιος να χάσει τα μαθήματά του. Τώρα τι να λέμε; Την πραγματικότητα είπαμε. Αν ενοχλεί κάποιους η αλήθεια, αυτό δεν είναι πρόβλημα της αλήθειας.
Θα σας θυμίσω ότι κάποιοι από αυτό το κόμμα συνέθεσαν ψηφίσματα στην Ευρώπη για να παρουσιάσουν την Ελλάδα ως μία χώρα η οποία κατατάσσεται μεταξύ των χωρών της Αφρικής, με δικτατορικά καθεστώτα. Ήρθε μετά από λίγους μήνες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το επίσημο πόρισμά της και τους διέψευσε. Οι άνθρωποι, λοιπόν, αυτοί θεωρούν ότι πρέπει να αποκλείεται κάποιος από υποψήφιος. Το ξαναλέω, δεν είμαι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε μπορώ εγώ να κρίνω αν μια απόφαση είναι σωστή ή λανθασμένη. Εμάς οι αποκλεισμοί δεν μας αρέσουν. Γενικά, το ξαναλέω.
Αλλά, για να μην παρεξηγηθώ, ούτε παίρνω θέση ούτε γνωρίζω τι προβλέπει ο κανονισμός του κάθε κόμματος. Αξιολογούνται όλοι για τις επιλογές τους. Αλλά, επειδή έτυχε να τους γνωρίζω κι εγώ από μικρό παιδί, το πόσο δημοκρατικά συμπεριφέρονται. Εγώ, για παράδειγμα, έχω χάσει δύο εξάμηνα εξαιτίας της δημοκρατικότητάς τους, επειδή κάποιοι δεν ήθελαν να πηγαίνουμε στο πανεπιστήμιο, μόνο και μόνο για να αντιδράσουν τότε, σας θυμίζω, για τα μη κρατικά πανεπιστήμια, δηλαδή, να μείνουμε εμείς και η Κούβα σε όλο τον κόσμο. Ένα μεγάλο καλό που έκανε, -από τα λίγα καλά, γιατί έκαναν μόνο κακά- η διακυβέρνησή τους είναι ότι ο κόσμος έμαθε ποιοι είναι. Γιατί κρύβονταν πίσω από πορείες και καταλήψεις και παρουσιάζονταν ως οι έχοντες την αποκλειστική κηδεμονία εννοιών, όπως δημοκρατία, το δημοκρατικό αίσθημα, η κοινωνική ευαισθησία Κάτι το οποίο εγώ θεωρώ ότι δεν ανήκει σε κανέναν, δεν ανήκει αποκλειστικά σε κανέναν. Δεν λέω ότι ανήκει αποκλειστικά στον δικό μας πολιτικό χώρο. Όλες αυτές οι έννοιες είναι ιερές και ανήκουν σε όλους τους πολίτες. Ήρθαν, λοιπόν στην εξουσία, είδαμε πολλά ενδιαφέροντα πράγματα. Είδαμε ουρές σε ATM, είδαμε το «όχι» να γίνεται «ναι», είδαμε πολλά και στη συνέχεια θα δούμε κι άλλα περισσότερα. Αλλά, η αλήθεια είναι ότι ζούσαμε για πολλά χρόνια με μύθους, οι οποίοι, ευτυχώς πλέον, έχουν καταρριφθεί και ο κόσμος βλέπει την πραγματικότητα».
Για την κοινή παρουσία των κ.κ. Καραμανλή- Σαμαρά: «Δεν νομίζω ότι συνδέονται μεταξύ τους. Μ’ αυτή τη λογική θα μας γίνεται ερώτηση κάθε φορά που θα πηγαίνει κάπου ο κ. Σαμαράς και ο κ. Καραμανλής, θα μας γίνεται ερώτηση, σε αντιδιαστολή, με τα 50 χρόνια της Νέας Δημοκρατίας. Τα 50 χρόνια της Νέας Δημοκρατίας ήταν μία ημέρα τιμής για κάθε αγωνίστρια και κάθε αγωνιστή αυτού του χώρου, ειδικά στα πολύ δύσκολα χρόνια, που δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές να ανήκεις στη Νέα Δημοκρατία, αλλά κάποιοι δεν υπέκυψαν στις «ευχάριστες» φωνές των αλόγιστων χρημάτων και του λαϊκισμού, κυρίως τη δεκαετία του ’80. Αυτούς πήγαμε να τιμήσουμε. Αλλά και όλες και όλους που ήρθαν έστω και τα τελευταία χρόνια και συντάχθηκαν στην προσπάθειά μας για μια καλύτερη Ελλάδα. Τους ανώνυμους Νεοδημοκράτες και τους ανθρώπους οι οποίοι τρέχουν γι’ αυτό το οποίο πιστεύουν, χωρίς να περιμένουν τίποτα. Και όπως είπε και ο Πρωθυπουργός, σε αυτή τη μέρα τιμήθηκαν άπαντες, παρόντες και απόντες.